Προβληματισμός και αγανάκτηση για τη συνεχιζόμενη υπολειτουργία των λιμανιών
Μέσα στο δυσμενές διεθνές οικονομικό κλίμα που αντιμετωπίζουν όλες οι εξαγωγικές επιχειρήσεις, που έτσι και αλλιώς επιβάλει τις ίδιες συνθήκες και στους ξένους ανταγωνιστές μας, οι Έλληνες εξαγωγείς έχουν δυστυχώς να αντιμετωπίσουν και σημαντικότατα εμπόδια που προέρχονται από το εσωτερικό της χώρας και με αποκλειστική ευθύνη της κρατικής πολιτικής και διοίκησης.
Ο λόγος αυτή τη φορά είναι για τα λιμάνια της χώρας και τη συνέχιση της υπολειτουργίας τους. Τα αποτελέσματα πλέον για την επιχειρηματική κοινότητα είναι πολύ δυσμενή και σε πολλές περιπτώσεις απειλούν ήδη την βιωσιμότητα πολλών επιχειρήσεων, κυρίως όμως απειλούν με ανεπανόρθωτες βλάβες το σύνολο των εξαγωγικών επιχειρήσεων. Πέρα από το άμεσο κόστος υπάρχουν σημαντικές παράπλευρες απώλειες που σχετίζονται με την μη ομαλή λειτουργία μεταποιητικών μονάδων, την διαταραχή της σταθερής απασχόλησης προσωπικού λόγω της ασυνεχούς σε πολλές περιπτώσεις παραγωγής, της αλλοίωσης πρώτων υλών και εμπορευμάτων η της άφιξής τους με οριακές ημερομηνίες λήξης και πολλών άλλων, με το θέμα πλέον της απώλειας αξιοπιστίας να εξελίσσεται ως το πλέον μείζον που σε αρκετές περιπτώσεις οδήγησε ήδη σε οριστική απώλεια πελατειακής βάσης.
Αυτά και πολλά άλλα, έχουν φέρει τα μέλη μας και την εξαγωγική κοινότητα σε απόγνωση και έντονη αγανάκτηση, με καθημερινή πλέον την έκφραση της δυσφορίας και αμφισβήτηση τόσο για τις προθέσεις της κυβέρνησης, όσο και για την ικανότητα της να αντιληφτεί τη σοβαρότητα του προβλήματος. Το θέμα μάλιστα τέθηκε στο πρόσφατο Εθνικό συμβούλιο εξαγωγών με τον πιο δραματικό τρόπο από όλους τους επιχειρηματικούς φορείς και από τους Βορειοελλαδίτες με απόγνωση, αλλά πάλι όπως φαίνεται δεν έπιασε τόπο.
Η διοίκηση του ΣΕΒΕ πιστεύει ότι αποκλειστικά υπεύθυνοι για τις επιπτώσεις απέναντι στην επιχειρηματική κοινότητα είναι οι διοικήσεις των λιμανιών και η κυβέρνηση, οι οποίοι όπως και από την αρχή προειδοποιήσαμε έπρεπε πρωτίστως και έξω από τα οποιαδήποτε πολιτικά και χρονικά περιθώρια για την εφαρμογή του σχεδίου για τα λιμάνια, να φροντίσουν για την απρόσκοπτη και συνεχώς ομαλή λειτουργία τους. Εφ’ όσον οι κινητοποιήσεις ήταν αναμενόμενες όπως παραδέχονται και οι ίδιοι αλλά και μείς προειδοποιούσαμε με αγωνία, θα έπρεπε η προετοιμασία και η ειλικρινής και με ίσους όρους συνεννόηση με τους εργαζόμενους να είχε ολοκληρωθεί πριν από την εφαρμογή των διαδικασιών της αλλαγής του τρόπου λειτουργίας των λιμανιών. Πάνω από όλα, θα έπρεπε να είχε προηγηθεί συνεννόηση και κατανόηση των απόψεων της επιχειρηματικής κοινότητας, μέσω της οποίας θα είχε προκύψει ευρύτερη επιχειρηματική-κοινωνική συναίνεση και πιθανότατα καλύτερη συνεννόηση με τους εργαζόμενους.
Αφού όλα αυτά δεν έγιναν και τώρα τόσο εμείς βιώνουμε επώδυνα αποτελέσματα, όσο και η πατρίδα μας βυθίζεται στον πάτο των δεικτών που αφορούν τις εξαγωγές και τηνανταγωνιστικότητα, αποφασίσαμε να υπερβάλλουμε τη δικαιοδοσία μας και να πάρουμε πρωτοβουλίες που θα βοηθήσουν ουσιαστικά στην επίλυση του προβλήματος.
Αρχίσαμε λοιπόν ιδιαίτερες και ανεξάρτητες διαβουλεύσεις με τις διοικήσεις των σωματείων των εργαζομένων, ώστε να μπορέσουμε να αντιληφτούμε τα σημεία της διαφωνίας. Πέρα από το βασικό αίτημα της μη παραχώρησης που εμάς μας βρίσκει αντίθετους με την απαίτηση των εργαζόμενων, αντιληφτήκαμε ότι τα βασικά τους αιτήματα είναι λίγα σε αριθμό και απολύτως κατά τη γνώμη μας βάσιμα, που μάλιστα μας προξενεί εντύπωση γιατί ακόμη δεν έχουν επιλυθεί οριστικά και καθαρά, και που με την επίλυση τους θα ίσιωνε ο δρόμος σημαντικά για τη σύγκλιση των δύο πλευρών και την επίλυση του ζητήματος. Προχωρήσαμε σε διαβούλευση και συνεννόηση με τη διοίκηση του ΟΛΘ, όπου και εκεί αντιληφτήκαμε ότι υπήρχε επιθυμία σύγκλισης με τους εργαζόμενους, όμως ο τρόπος που αντιλαμβάνονταν τα βασικά θέματα και οι λύσεις που πρότειναν, ήταν λίγο διαφορετικός από τους εργαζόμενους.
Προτείναμε και έγινε αποδεκτή και από τις δύο πλευρές μια τριμερής συνάντηση την Δευτέρα 4 Αυγούστου 5 μ.μ. στο ΣΕΒΕ με τη διοίκηση και τους εργαζόμενους, όπου είχαμε βάσιμες προσδοκίες ότι θα μπορούσαμε να καταλήξουμε σε κοινά αποδεκτή αντιμετώπιση των βασικών θεμάτων και των διαφωνιών. Αυτό θα ήταν κατά τη γνώμη μας το πρώτο πραγματικό βήμα για την εκτόνωση της έντασης και ελπίζουμε ότι θα οδηγούσε σύντομα σε ομαλή λειτουργία του λιμανιού μας.
Δυστυχώς, με μοναδική δικαιολογία ότι το Υπουργείο δεν επιτρέπει παρόμοιες συναντήσεις, η διοίκηση του ΟΛΘ μας ανακοίνωσε την ακύρωση της συνάντησης.
Το γεγονός αυτό και μόνο μας γεννά πολλές απορίες για τις προθέσεις του υπουργείου, πέρα από την μέγιστη αγανάκτηση για την περιφρόνηση μιας εποικοδομητικής προσπάθειας που μοναδικό σκοπό είχε την βοήθεια στην επίλυση ενός προβλήματος της κυβερνητικής μηχανής που στο κάτω-κάτω είναι δική της ευθύνη να το είχε επιλύσει άμεσα και αποτελεσματικά, και κατ’ επέκταση την ανακούφιση των δικών μας δεινών.
Εφ’ όσον λοιπόν η διοίκηση, το προϊστάμενο υπουργείο και η κυβέρνηση αρνούνται τη δική μας βοήθεια και εφ’ όσον το πρόβλημα παραμένει, απαιτούμε από την κυβέρνηση άμεσες ενέργειες για να σταματήσει η ζημία που υφίστανται χιλιάδες επιχειρήσεις, μικρομεσαίες κυρίως που είναι ο κορμός της Ελληνικής οικονομίας αλλά και της κοινωνίας γενικότερα.
Μια καλή αρχή κατά τη γνώμη μας είναι να γίνει αμέσως ένας ειλικρινής διάλογος με τους εργαζόμενους με απάλειψη αυταρχικών συμπεριφορών και με εξαίρεση του θεσμικού αιτήματος για μη παραχώρηση, με κύρια θέμα την εστίαση στα αληθινά λίγα καυτά θέματα που τους απασχολούν, και την άμεση εφαρμογή της λύσης τους.
Καλούμε τους εργαζόμενους να αναλογιστούν και αυτοί τη δική τους ευθύνη απέναντι στην Ελληνική οικονομία, την επιχειρηματική κοινότητα και τους χιλιάδες των εργαζομένων που συμμετέχουν στην πορεία της, και να καθήσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με εποικοδομητική και ρεαλιστική αντίληψη, όπως ακριβώς τουςγνωρίσαμε στη δική μας συνάντηση και διαβούλευσηΤο μήνυμα είναι ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ιδίως οι εξαγωγικές, δεν αντέχουν άλλο.
Πιστεύουμε ότι το θέμα των λιμανιών, ακόμα δεν έχει κλείσει, παρά τη διαφαινόμενη καλή πορεία των διαγωνισμών. Παραμένουν ακόμα θέματα προς διακρίβωση, όπως π.χ. η διασφάλιση της αποφυγής τυχόν μονοπωλιακών πρακτικών, της αληθινά επωφελούς για την πόλη εκμετάλλευσης, των περιφερειακών του λιμανιού υποδομών και άλλα, που ο επιχειρηματικός κόσμος είναι ενήμερος και θα παρακολουθεί με εγρήγορση. Κάτω από αυτό το πρίσμα, καλούμε ξανά και τις δύο πλευρές να καταλήξουν άμεσα σε συμφωνία και διακοπή των κινητοποιήσεων, επιλύοντας τα λίγα βασικά αιτήματα, αφήνοντας για το μέλλον το θεσμικό θέμα της λειτουργίας υπό τον ανάδοχο, θέμα που με υπευθυνότητα δηλώνουμε ότι θα παρακολουθούμε και εμείς στενά, όπως πιστεύουμε ότι θα κάνει και ολόκληρη η επιχειρηματική κοινωνία.



