Θέσεις ΣΕΒΕ σχετικά με Ελληνες διανομείς τροφίμων και ποτών στην Ευρώπη
Ο κ. Βασίλης Θωμαΐδης, πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ), συμμετείχε σε συζήτηση στρογγυλής τραπέζης του περιοδικού Import των εκδόσεων New Line με την υποστήριξη της Helexpo, στο πλαίσιο της DETROP 2007, το Σάββατο 10 Μαρτίου 2007. Αντικείμενο της συζήτησης ήταν ο ρόλος των Ελλήνων διανομέων ελληνικών τροφίμων και ποτών στην Ευρώπη, και ο τρόπος με τον οποίο μπορούν να αξιοποιηθούν καλύτερα στο μέλλον. Οι θέσεις του ΣΕΒΕ κωδικοποιούνται ως εξής:
Η διάδοση των ελληνικών προϊόντων τροφίμων και ποτών σε καταναλωτές χωρών-μελών της Ε.Ε. έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια κυρίως μέσω των τουριστών που επισκέπτονται τη χώρα μας, αλλά και μέσω της ευρείας προβολής της μεσογειακής διατροφής σε παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο, η πλειοψηφία των Ευρωπαίων καταναλωτών δυσκολεύεται να εντοπίσει ελληνικά προϊόντα, εφόσον αυτά δεν είναι ευρέως διαθέσιμα στα ράφια επώνυμων αλυσίδων. Η πρώτη, λοιπόν, πρόκληση που αντιμετωπίζουν σήμερα οι Έλληνες διανομείς τροφίμων και ποτών στην Ε.Ε. είναι να επιτύχουν πρόσβαση στα μεγάλα και γνωστά στους καταναλωτές δίκτυα λιανικής, που έχουν παρακάμψει και αντικαταστήσει σε μεγάλο βαθμό το ρόλο που κάποτε έπαιζαν οι μεγάλες περιφερειακές αγορές (π.χ. Λαχαναγορά Μονάχου).
Η δεύτερη σημαντική πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες διανομείς τροφίμων και ποτών στην Ε.Ε. αφορά στην τροφοδοσία εστιατορίων ελληνικής κουζίνας με ελληνικές πρώτες ύλες, διότι διαπιστώνεται ότι το Ελληνικό εστιατόριο και το Ελληνικό μενού δεν περιέχουν κατ’ ανάγκη Ελληνικές πρώτες ύλες. Η εμπειρία δείχνει ότι συχνά είναι πιο σημαντική και αποτελεσματική η προσέγγιση των ελληνικών εστιατορίων μέσα από τα κατάλληλα δίκτυα χονδρεμπόρων – προμηθευτών τους, και όχι απευθείας στους ιδιοκτήτες των εστιατορίων. Επίσης, ελλοχεύει σημαντικός κίνδυνος απώλειας εξαγωγών, εφ’ όσον όλο και περισσότερα Ελληνικά εστιατόρια προτιμούν τα χαμηλότερου κόστους ισοδύναμα προϊόντα άλλων χωρών. Αυτό κάνει ακόμα πιο επείγουσα την ανάγκη της στροφής στα δίκτυα διανομών που μπορούν να εξασφαλίσουν όγκο και σταθερότητα. Στο πλαίσιο αυτό, κρίσιμης σημασίας είναι η συνεργασία των Ελλήνων διανομέων και των Ελλήνων εξαγωγέων για την προσαρμογή των προϊόντων στις απαιτήσεις των αγορών των χωρών-μελών της Ε.Ε., έτσι ώστε να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή πρόσβαση των ελληνικών προϊόντων στα ξένα δίκτυα διανομής, και μέσω αυτών, και σε εστιατόρια με ελληνικά πιάτα και ποτά στο μενού τους.
Η πλειοψηφία των Ελλήνων εξαγωγέων στο ξεκίνημά τους απευθύνεται στους επιτόπιους Έλληνες διανομείς. Ωστόσο, όσες από τις ελληνικές επιχειρήσεις επενδύουν μακροχρόνια στις εξαγωγές τους, αργότερα αναγκάζονται εκ’ των πραγμάτων, να απευθυνθούν σε εντόπιους διανομείς προκειμένου να αυξήσουν τόσο τον τζίρο τους, όσο και την πρόσβασή τους σε περισσότερα και μεγαλύτερα δίκτυα.
Παρόλα αυτά, όλοι οι Έλληνες διανομείς τροφίμων και ποτών στην Ε.Ε. – ακόμα και οι μικρού μεγέθους, και ίσως κυρίως αυτοί – μπορούν να δρουν ως ένα μόνιμο δίκτυο “εκπαιδευτών / συμβούλων”, για τους Έλληνες εξαγωγείς, παρέχοντάς τους χρήσιμες πληροφορίες για την επιτόπια αγορά και τις ανάγκες-προτιμήσεις των καταναλωτών. Οι Έλληνες εξαγωγείς μπορούν εύκολα και άμεσα να ενημερώνονται για συγκεκριμένες προδιαγραφές που αφορούν στη συσκευασία και στη σύσταση-χαρακτηριστικά των προϊόντων τους, τη βέλτιστη τιμολογιακή πολιτική, καθώς και τα απαραίτητα έγγραφα που πρέπει να συνοδεύουν τα προϊόντα τους.
Συμπερασματικά και λαμβάνοντας υπόψη: α) το προφίλ των ελληνικών εξαγωγικών επιχειρήσεων, οι οποίες στην πλειοψηφία τους είναι μικρομεσαίες, β) τη διεθνοποιημένη αγορά και τον ανταγωνισμό των εξειδικευμένων προiόντων πρακτικά από κάθε γωνιά της γης, και γ) τη συγκέντρωση δύναμης στις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, αλλά και σε μεγάλης κλίμακας χονδρέμπορους – προμηθευτές, αντιλαμβάνεται κανείς ότι είναι προς όφελος τόσο των Ελλήνων εξαγωγέων, όσο και των Ελλήνων διανομέων, να επενδύσουν από κοινού στη δημιουργία και προώθηση προϊόντων καινοτόμων, ποιοτικών και πιστοποιημένων, και να συνεργάζονται στενά, σε όλα τα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας, έτσι ώστε ανταποκρινόμενοι στις νέες προκλήσεις και ευκαιρίες που παρουσιάζονται στο διεθνές περιβάλλον, να διευρύνουν την εξαγωγική και πελατειακή τους βάση.
Ο ΣΕΒΕ, συμβάλλοντας στην κατεύθυνση αυτή, προσκαλεί τους Έλληνες διανομείς τροφίμων και ποτών στην Ε.Ε. σε συνεργασία, ώστε με κέντρο συντονισμού τον ΣΕΒΕ, να βελτιωθεί το όφελος τόσο του Έλληνα εξαγωγέα, όσο και του Έλληνα διανομέα.



